Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Μην ευνουχίζεσαι, παρακαλώ

Η κατάσταση πιέζει πολύ.
Λίγο αέρα πνιγόμαστε.
Δεν ακούει κανείς;
Κι όμως, ενώ είσαι έτοιμος να ουρλιάξεις και ενώ δεν σου κρατά κανείς το στόμα κλειστό, εσύ δεν λες κουβέντα. Είναι σαν να κρύβεις ένα μεγάλο μυστικό που φοβάσαι τάχα να το ξεστομίσεις. Νιώθεις σαν φυγάς στην ίδια σου την χώρα, που αν μιλήσεις την άλλη μέρα θα χαθούν τα ίχνη του.
Λες, και αν φωνάξεις δυνατά «φτάνει πια», στην γωνία θα σε περιμένει ο τιμωρός σου.
Παράξενο.
Εγκαταστήσαμε στο προσκήνιο την πρακτική της σιωπής και της υπομονής. Όλες οι άλλες εκδοχές αντίδρασης παραμερίστηκαν επιτακτικά.
Έχω απογοητευτεί, θα απαντούσες.
Πράγματι όταν χάνεις την ελπίδα σου, δεν έχεις δύναμη για πιο πρακτικές λύσεις. Αλλά έχεις δικαίωμα να χάσεις την ελπίδα σου λίγο πριν πέσεις στο γκρεμό; Λίγο πριν αφήσεις την ζωή τη δική σου και των δικών σου, πάλι στα χέρια κάποιων άλλων;
Κι όμως.
Συνεχίζεις να ζεις την καθημερινότητά σου ενώ κάποιοι άλλοι κατευθύνουν το ρυθμό της, αδιάφοροι για τις συνέπειες αυτής της πρακτικής τους. Ξέρω, θέλεις και εσύ να τους τιμωρήσεις κάθε φορά που κοιτάς τις βιτρίνες και δεν μπορείς να πάρεις τίποτα. Κάθε φορά που υπολογίζεις το λογαριασμό στο σούπερ μάρκετ. Κάθε φορά που περιμένεις στην ουρά να πληρώσεις το χαράτσι. Κάθε φορά που πας να βάλεις βενζίνη και ο δείκτης με το ζόρι φτάνει ούτε μέχρι τη μέση. Κάθε φορά που το παιδί σου έχει άλλη μια σεβαστή απαίτηση. Ξέρω τι θέλεις να κάνεις. Αλλά όταν έχεις την ευκαιρία, κάτι παθαίνεις. Ξαφνικά ευνουχίζεσαι και λες σε όλα «ναι».
Και;
Και η πίεση γίνεται καθημερινή, όλο και πιο μεγάλη, όλο και πιο αφόρητη.
Κάποιοι μας υποχρέωσαν να σιωπούμε, να δεχόμαστε χωρίς να μιλάμε και εμείς απλώς «υποχρεωθήκαμε» να υπακούμε, δεσμευμένοι από «υποχρεώσεις», με ή χωρίς εισαγωγικά.
Λες να είναι η ορατότητα που χάθηκε μέσα στο ελληνικό χάος;
Και όμως ακόμα και μέσα στην μαυρίλα υπάρχει ελπίδα. Αρκεί να σηκωθείς λίγο από θέση σου. Αρκεί να διεκδικήσεις το δίκιο σου. Η απάθειά σου, λένε οι «ειδικοί» λέγεται ΣΟΚ. Αλλά το αίσθημα της αυτοσυντήρησης δεν χάνεται και από τον πλέον απελπισμένο άνθρωπο. Αλήθεια το αίσθημα της αυτοσυντήρησης σε εσένα έχει εξαφανιστεί εντελώς από μέσα σου;
Ζεις. 

Φαντάσου να ζούσαν ο Γκάτσος & ο Χατζιδάκις, τι ντροπή…


Ο «Κεμάλ», του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου βρίσκεται εδώ και μέρες κρεμασμένο στα μπαλκόνια της δημοσιότητας…
Το νούμερο ένα κομμάτι σε συναυλίες, παραστάσεις και μουσικές επιλογές, χιλιοτραγουδισμένο από Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες, γίνεται θέμα συζήτησης για ένα λόγο που επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά την πολιτιστική ένδειά μας.
Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Όταν μια δασκάλα δηλαδή αποφάσισε να μάθει στα παιδιά ένα από τα ωραιότερα τραγούδια και ένας γονέας διαμαρτυρήθηκε στη διευθύντρια ότι το κομμάτι «Κεμάλ» του Χατζιδάκι ασκεί φιλοτουρκική προπαγάνδα και η διευθύντρια κάλεσε την δασκάλα σε απολογία, αφού κατάσχεσε αλλά και έσκισε τις φωτοτυπίες με τους στίχους του Νίκου Γκάτσου.
Έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι μήπως η διευθύντρια δεν ήξερε τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Νίκο Γκάτσο; Μήπως να την απαλλάξουμε λόγω βλακείας ή αμορφωσιάς;
Ποιο από τα δύο είναι αλήθεια χειρότερο;
Και μετά άρχισαν να μιλάνε για ισλαμική προπαγάνδα.
Κάποιοι θυμήθηκαν τον Γκάτσο, κάποιοι άλλοι το Χατζιδάκι.
Νόμιζαν πως το κομμάτι μιλάει για τον Ατατούρκ.
Μόνο που ο Γκάτσος δεν αναφερόταν στον Ατατούρκ αλλά στον Κεμάλ, ένα νεαρό πρίγκιπα της Ανατολής, που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο…
Αλλά… σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων.

Για την ιστορία…

Ο Κεμάλ πρωτοηχογραφήθηκε για το Reflections του Μάνου Χατζιδάκι στη Νέα Υόρκη το 1968-69, όταν ο συνθέτης συνεργάστηκε με το New York Rock And Roll Ensemble.
Οι στίχοι ήταν αγγλικοί και όπως διάβασα, ερχόμενος ο Μάνος Χατζιδάκις στην Ελλάδα, έδωσε το κομμάτια του δίσκου Reflections στον Λευτέρη Παπαδόπουλο για να τα μεταφράσει στα ελληνικά, αλλά ο Μάνος  Χατζιδάκις δεν είπε στο Λευτέρη Παπαδόπουλο πως Κεμάλ έλεγαν ένα νεαρό αγόρι που είχε γνωρίσει στην Αμερική και τον είχε εντυπωσιάσει, σύμφωνα με συνεντεύξεις του Λευτέρη  Παπαδόπουλου, όταν ρώτησε τον Χατζιδάκι γιατί να ονομάσει Kemal το συγκεκριμένο τραγούδι, εκείνος του απάντησε πως τον αγαπημένο του... σκύλο στη Νέα Υόρκη τον φώναζε ''Κεμάλ''! Μάλλον ο Λευτέρης Παπαδόπουλος «θύμωσε» και κάπως έτσι αρνήθηκε να γράψει τραγούδια για ''σκύλους''.
Και το 1985 το live άλμπουμ της Μαρίας Φαραντούρη από το Παρισινό Olympia είχε μέσα την πρώτη εκτέλεση του Κεμάλ σε στίχους του Νίκου Γκάτσου με την φωνή του Βασίλη Λέκκα.  Το εκπληκτικό αυτό άλμπουμ Reflections ως Αντικατοπτρισμοί, μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Έλληνα ποιητή Νίκο Γκάτσο.

Είχε πει λοιπόν ο Μάνος Χατζιδάκις

 «Στη Νέα Υόρκη το χειμώνα του ΄68, συνάντησα ένα νέο παιδί είκοσι χρονών που το λέγανε Κεμάλ. Μου τον γνωρίσανε. Τί μεγάλο και φορτισμένο από μνήμες όνομα για ένα τόσο όμορφο και νεαρό αγόρι, σκέφθηκα. Είχε φύγει απ’ τον τόπο του με πρόσχημα κάποιες πολιτικές του αντιθέσεις. Στην πραγματικότητα, φαντάζομαι, ήθελε να χαθεί μέσ’ στην Αμερική. Του το είπα. Χαμογέλασε.
-Δέχεστε να σας ξεναγήσω;
Αρνήθηκε ευγενικά. Προτιμούσε μόνος.
Κι έτσι σαν γύρισα στο σπίτι μου τον έκανα τραγούδι, μουσική.
Ο Γκάτσος εκ των υστέρων, γράφοντας τους στίχους στα ελληνικά, τον έκανε άραβα πρίγκιπα να προστατεύει τους αδυνάτους. Κάτι σαν μια ταινία του ΄Ερολ Φλυν του ΄35.
Η Πελοπόννησος (καταγωγή του Γκάτσου), από τη φύση της αδυνατεί να κατανοήσει την αμαρτωλή ιδιότητα των μουσουλμάνων Τούρκων, που μοιάζουν σαν ηλεκτρισμένα σύννεφα πάνω απ’ τον Έβρο, ή σαν χαμένα και περήφανα σκυλιά.
Το μόνο που αφήσαμε ανέπαφο στα ελληνικά είναι εκείνο το «Καληνύχτα Κεμάλ». Είτε πρίγκιπας άραψ, είτε μωαμεθανός νεαρός της Νέας Υόρκης, του οφείλουμε μια «καληνύχτα» τέλος πάντων, για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε ήσυχα τη νύχτα. Χωρίς τύψεις, χωρίς άχρηστους πόθους κι επιθυμίες. Κατά πως πρέπει σ’ Έλληνες, απέναντι σ’ ένα νεαρό μωαμεθανό - όπως θα έλεγεν κι ο φίλος μας ο ποιητής ο Καβάφης.»

Μην πούμε περισσότερα. Λίγο πριν μας μείνει ολοκληρωτικά ο ήλιος και οι 40 βαθμοί κελσίου, μην φτάνουμε στο σημείο να διώκουμε ακόμα και τους σπουδαίους.
Φαντάσου να ζούσαν ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις, τι ντροπή…